- ορχηστία
- ηζωολ. γένος παράκτιων αμφίποδων καρκινοειδών τής οικογένειας talitridae που απαντά στις ευρωπαϊκές και αμερικανικές ακτές τού Ατλαντικού και ζει μέσα στην υγρή άμμο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. οrchestia < ορχηστής < ορχούμαι «χορεύω»].
Dictionary of Greek. 2013.